Ο Νικολάκης είδε τη γιαγιά του από μακριά κι έτρεξε να την αγκαλιάσει
αφήνοντας τη μανούλα του να κάθεται στο παγκάκι του κήπου.
-Γιαγιά! Φύτεψα σποράκια! Σε λίγο καιρό αν τα ποτίζω θα βγουν
λουλουδάκια! Θα δώσω στη μαμά και σε σένα!
-Μπράβο, καλό μου! Είπε η γιαγιά καθώς την τραβούσε με το χεράκι του
να της δείξει το μέρος που τους φύτεψε.
-Καλημέρα, κόρη μου! Είπε η γιαγιά του και αγκάλιασε τη μανούλα του
που είχε σηκωθεί και τους περίμενε!
Πω, πω ! Λεμόνια που έχει η λεμονιά σας! Ευλογημένη! Πλούσια τα ελέη
του Κυρίου! Είπε η γιαγιά και κάθισε δίπλα της.
Η φρεσκοψημένη τυρόπιτα που είχε φέρει μοσκοβολούσε κι ο
Νικολάκης που τρελαινόταν για την πίτα της γιαγιάς, την πιο νόστιμη του
κόσμου, κάθισε στο πεζουλάκι του κήπου και γεμάτος όρεξη την
απολάμβανε.
Κι αφού κυνήγησε τις πεταλουδίτσες και παρακολούθησε τα
μυρμηγκάκια που κουβαλούσαν την τροφή τους, έβγαλε από το κουτί τα
αυτοκινητάκια του κι άρχισε να παίζει.
Πότε πότε σήκωνε το κεφαλάκι του και κοιτούσε τη γιαγιά και τη μαμά
που μιλούσαν χαμηλόφωνα.
-Μόνο ένα θαύμα θα τον σώσει! Είναι άρρωστος πολλά χρόνια ο κυρ
Παντελής! Και τώρα χειροτέρεψε… Άκουσε τη γιαγιά του να λέει
λυπημένα.
Κατάλαβε ότι έλεγαν για τον κυρ Παντελή τον γείτονά τους! Αλήθεια
τώρα που το σκέφτεται έχει να τον δει πολύ καιρό! Και πόσο τον αγαπάει!
Πάντοτε χαμογελαστός, έχει τις τσέπες του γεμάτες καραμέλες και
καλούδια και τα μοιράζει σε όσα παιδιά περνούν από το μπαλκόνι του.
Κι ο Νικολάκης φρόντιζε να περνάει κάθε μέρα…
-Όλα είναι δυνατά για τον Θεό! Ας μην απελπιζόμαστε! Είπε η μαμά και
έκανε τον σταυρό της.
Ο Νικολάκης σταμάτησε το παιχνίδι του, σηκώθηκε σοβαρός και
κατευθύνθηκε προς το μικρό εκκλησάκι του κήπου τους.
-Μαμά, γιαγιά! Ελάτε να ανάψουμε το καντηλάκι και να κάνουμε μια
προσευχή για τον κυρ Παντελή! Να παρακαλέσουμε τον Χριστούλη να τον
κάνει καλά!
-Μπράβο, παιδί μου! Ο Χριστός είναι ο γιατρός των σωμάτων και
ψυχών μας! Είναι ο Κύριός μας και ο Θεός μας Νικολάκη μου, να μην το
ξεχνάς! Από Αυτόν παίρνουμε δύναμη, θάρρος κι ελπίδα!
-Γιαγιά, μου έχεις πει ότι ο Θεός ακούει όλες τις προσευχές μας όταν
γίνονται με πίστη κι αγάπη. Κι εγώ αγαπάω τον κυρ Παντελή και θέλω ο
Χριστούλης να τον κάνει καλά!
Ο Νικολάκης ένωσε τα χεράκια του κάτω από σαγονάκι του και άρχισε
λέει «Πάτερ ημών…» και ήταν σίγουρος ότι ο καλός του Πατέρας τον
άκουγε από ψηλά…
Δημητριάδη Σταυρούλα, δασκάλα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου