menu

ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Τετάρτη 31 Αυγούστου 2022

- Μουτζούρη, Μουτζούρη … είσαι εδώ; (Για τους μικρούς μας φίλους)

Πηγή της φωτο:   https://www.ertnews.gr/perifereiakoi-stathmoi/volos/pilio-to-thryliko-trenaki-toy-moytzoyri-yposchetai-monadikes-voltes-kathe-savvatokyriako-video/

Το τρενάκι σφυρίζει δυνατά... Ένα παιδάκι το πλησιάζει.

-Είσαι θυμωμένο;

-Όχι, όχι! Σφυρίζω δυνατά γιατί σε λίγο ξεκινάω!

-Και πού πηγαίνεις;

-Θα πάω σ’ ένα χωριό του Πηλίου, τις Μηλιές! Είναι καταπληκτική η διαδρομή! Θα περάσω μέσα από πανύψηλα δέντρα πάνω από τοξωτές γέφυρες, σήραγγες... Κάθε φορά είναι ξεχωριστή!

Ο Μουτζούρης νιώθει πολύ περήφανος! Διασχίζει μια από τις στενότερες σιδηροδρομικές γραμμές του κόσμου!

-Περίμενε, να σε σκουπίσω λιγάκι, έχεις  μουτζούρες στα μαγουλάκια σου! Είπε το παιδάκι και το σκούπισε με το μανίκι του.

Ο κύριος με την μπλε στολή που ανέβηκε, κάθισε μπροστά στη θέση του μηχανοδηγού. Το κοριτσάκι που τον ακολουθούσε ανέβηκε χαρούμενο και τραγουδώντας δυο δυο τα σκαλιά.

-Μηλίτσα, κάθισε δίπλα μου, είπε στη μικρή κορούλα του με τα δύο πανέμορφα κοτσιδάκια.

   Η μικρούλα αγαπούσε τη διαδρομή αλλά αγαπούσε ακόμη περισσότερο τον Μουτζούρη. Τις ώρες που ξεκουραζόταν ο Μουτζούρης, ανεβοκατέβαινε επάνω στα τέσσερα βαγόνια του κι έπαιζαν μαζί.                                           

-Γεια σου Μουτζούρη μου! Είσαι έτοιμος! Έχεις αρκετό κάρβουνο για να πάμε και να γυρίσουμε! Πάμε! Είπε χαμογελαστός ο κυρ Γιώργος ισιώνοντας  το καπέλο του.

Τον αγαπάει πολύ ο Μουτζούρης τον κυρ Γιώργο! Τόσα χρόνια κάνουν μαζί την ίδια διαδρομή, τον φροντίζει και τον προσέχει.

-Πάμε! Είπε και το μικρό κοριτσάκι χτυπώντας χαρούμενα τα χεράκια του.

Ο Μουτζούρης ξεκίνησε αλλά δεν ξέχασε τον καινούριο φίλο του.

-Πώς σε λένε; Τον ρώτησε καθώς απομακρύνονταν σφυρίζοντας.

-Τζόρτζιο! Τζόρτζιο ντε Κίρικο! Φώναξε  όσο πιο δυνατά μπορούσε. Θα έρθω αύριο! Εγώ ξέρω πως σε λένε! Μου το είπε ο μπαμπάς μου! Σε λένε Μουτζούρη!

Ο Μουτζούρης δε σταμάτησε το τραγούδι και το σφύριγμά του.  Άκουγε  τις χαρούμενες φωνές των επιβατών του και έτρεχε, έτρεχε... και διέσχιζε ακούραστος πλαγιές καταπράσινες με πανύψηλα, θεόρατα πλατάνια.

Μόλις πήρε τη στροφή, άρχισε σιγά σιγά να κόβει ταχύτητα. Έφτασαν στη μοναδική στάση, στην Άνω Γατζέα! Επιτέλους εδώ θα ξεκουραστεί για 15 λεπτά!  Θα χτυπήσει το καμπανάκι να κατέβουν όλοι οι επιβάτες να πάρει κι αυτός μια ανάσα! Θα καθίσουν στο καφενείο για να πιουν μία δροσερή πορτοκαλάδα.

Ο Μουτζούρης έχει μια ιδέα! Όταν θα περνάει από την τοξωτή γέφυρα και λίγο πριν φτάσει στις Μηλιές θα σφυρίξει στον αγαπημένο του φίλο τον Κένταυρο Χείρωνα και θα του ζητήσει μία χάρη.

      Μένει εδώ και χιλιάδες χρόνια σε μια σπηλιά, κάτω από τη γέφυρα σε μια βαθιά χαράδρα. Πολλές φορές όταν περνάει, ξεπροβάλλει μέσα από τους πυκνούς θάμνους και τον χαιρετάει.  Είναι σοφός, μαζεύει κάθε μέρα βότανα και φτιάχνει γιατρικά.

Θυμάται, τότε που τον παρακάλεσε ο Κένταυρος Χείρωνας, στο γάμο της θεάς Θέτιδας και του Πηλέα, να μεταφέρει με τα βαγόνια του όλους τους καλεσμένους Ολύμπιους θεούς. Ήταν όλοι εκεί, χαρούμενοι, εκτός....

Ποπό! Δεν θέλει να το θυμάται! Είχε καταλάβει ότι έλειπε η θεά Έριδα. Κι όταν την είδε λίγο αργότερα να ανεβαίνει πάνω του κρατώντας ένα κατακόκκινο μήλο,  είχε προβλέψει τι θα συμβεί!!! 

Κοντά του μαθήτευσαν πολλοί νέοι. Ο Κένταυρος Χείρωνας τους δίδασκε ιατρική, μουσική, την τέχνη του πολέμου και του κυνηγιού.

Ο Μουτζούρης τους γνώρισε όλους! Θυμάται τον Ασκληπιό να μαζεύει βότανα και να τα μελετά με τόση αφοσίωση! Τον Ιάσονα να κονταροχτυπιέται με τον Χείρωνα και να γίνεται ένας άξιος πολεμιστής! 

Όμως ο αγαπημένος του μαθητής ήταν ο Αχιλλέας. Ο Μουτζούρης είδε τον αυστηρό Χείρωνα να δακρύζει όταν τελείωσε την εκπαίδευσή του και έπρεπε να επιστρέψει στους γονείς του.  Του έδωσε δώρο ένα ακόντιο που γιάτρευε τις πληγές που προκαλούσε.                                                        

Έτσι, τώρα, μόλις τον είδε να ξεπροβάλλει ανάμεσα από τους θάμνους και τις παχύφυλλες φυλλωσιές σταμάτησε κι ένα μακρόσυρτο σφύριγμα βγήκε από το στόμα του.                                                                 

-Σε παρακαλώ καλέ μου, Κένταυρε Χείρωνα, γράψε μου όλη τη σοφία του κόσμου. Θέλω να την κάνω δώρο σ’ έναν καινούριο φίλο μου.

Ο Κένταυρος Χείρωνας έμεινε για λίγο σκεπτικός και χάθηκε μέσα στην πυκνόφυτη πλαγιά.

Ήξερε ότι μόνο ένας ήταν αληθινά σοφός. Έπρεπε να τον βρει...

Και τότε τον είδε... Είχε όπως πάντα τα χέρια του υψωμένα στον ουρανό και προσευχόταν. Στεκόταν ακίνητος μπορεί και για μέρες... Ο Κένταυρος Χείρωνας τον σεβόταν και τον αγαπούσε.

 Η μακριά κατάλευκη γενειάδα του και τα πολυκαιρισμένα ρούχα του πάνω στο άσαρκο δέρμα του που το χτυπούσαν όλοι οι αέρηδες του βουνού και το έκαιγε ο ήλιος, τον συγκινούσαν.

Περίμενε, δεν ήθελε να τον ενοχλήσει. Ο ερημίτης ασκητής τον πλησίασε σαν να πετούσε. Κρατούσε στο χέρι του μια μικρή μαρμαρόπετρα.  Του την έδωσε χωρίς να μιλήσει. Ήξερε τον λόγο που ο Κένταυρος τον αναζήτησε.  

-Καλέ μου φίλε, σ΄ ευχαριστώ!!! Πρόλαβε να του πει.

 

Ο μικρούλης Τζόρτζιο χάιδεψε το τρενάκι που του είχε κάνει δώρο ο μπαμπάς του ο Εβαρίστο. Έμοιαζε  τόσο με αυτό το αληθινό που είδε σήμερα! Και όταν τον πήρε ο  ύπνος παίζοντας, άκουσε το σφύριγμά του και έτρεξε να το συναντήσει.

-   Έλα μαζί μου! Θα παίξουμε κρυφτό μέσα στα πλατάνια και τις κατάφυτες πλαγιές!

Το τρενάκι χαρούμενο, κρυβόταν συνέχεια.

-Μουτζούρη, Μουτζούρη, είσαι εδώ;

Κι αυτό σφύριζε κι άλλαζε πορεία.

-Μουτζούρη, Μουτζούρη είσαι εδώ;

Και ο Μουτζούρης ξεκαρδιζόταν στα γέλια!

-Μουτζούρη, Μουτζούρη είσαι εδώ;

Και μπουμ έκανε ο Μουτζούρης κι εμφανιζόταν μπροστά του και γέμιζε τον τόπο καπνό και δεν μπορούσε ο ένας να δει τον άλλο.

Και γελούσε ο Τζόρτζιο! Γελούσε κι ο Μουτζούρης! Και συνέχιζαν μετά με κυνηγητό!

    Και τα μαγουλάκια του έγιναν κατακόκκινα από το τρέξιμο και τον καθαρό αέρα. Και τα ματάκια του έλαμπαν από χαρά.

-Ψάξε, ψάξε στη ρίζα εκείνου του γερο-πλάτανου και θα βρεις τη σοφία του κόσμου!  Του σφύριξε ο Μουτζούρης.

Ο Τζόρτζιο παραμέρισε με τα μικρά του χέρια τα πουρνάρια και τα χορταράκια που φύτρωναν διάσπαρτα και βρήκε τη μαρμαρόπετρα.

  -Γράφει ΑΓΑΠΗ!  ΑΓΑΠΗ! Φώναξε καθώς περιεργαζόταν την πανέμορφη μαρμάρινη πέτρα που γυάλιζε στον ήλιο.

Θα την φυλάξω στο δωμάτιό μου και θα τη γράψω για πάντα στην καρδιά μου! 

Ο Μουτζούρης κούνησε το κεφαλάκι του.  Η σοφία όλου του κόσμου! Η αγάπη!  

-Θα σου κάνω μια ωραία ζωγραφιά για να με θυμάσαι, του είπε ο Τζόρτζιο καθώς γύριζε πλευρό.

-Τζόρτζιο! Τζόρτζιο ντε Κίρικο! Σφύριξε την επόμενη μέρα χαρούμενα, ο Μουτζούρης καθώς τον είδε να φτάνει τρέχοντας. Κρατούσε στα χεράκια του ένα χαρτί που πάνω του ήταν ζωγραφισμένο ένα τρένο αληθινό σαν τον Μουτζούρη.

-Μα αυτό είμαι εγώ! Είπε ο Μουτζούρης. Τι όμορφο που είμαι! Κοίτα πόσο καπνό βγάζω!

Ο Τζόρτζιο τον χάιδεψε τρυφερά.

-Μουτζούρη μου, είσαι το πιο όμορφο τρενάκι που έχω δει ποτέ! Και το πιο καλόκαρδο! Και για να μην σε ξεχάσω θα σε βάζω πάντα σε όλες τις ζωγραφιές μου!!                                                                                                                                         

                                                                                                             ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ



▣ Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου