-Μεγάλη
η Χάρη σου Άγιε μου Ιωάννη! Λέει η γιαγιά κάνοντας μετάνοιες μπροστά στην
εικόνα του. Θυμιάτισε, έκανε τον εσπερινό και διάβασε τους βίους των Αγίων που
γιορτάζουν αύριο από τον Συναξαριστή.
Για
τη γιαγιά είναι ξεχωριστή αυτή η γιορτή. Θυμάται πριν από πολλά χρόνια,
κοριτσάκι μικρό, έμειναν για πέντε έξι χρόνια στην Εύβοια με τους γονείς της σ΄
ένα μικρό κι ευλογημένο χωριουδάκι. Κάθε χρόνο πήγαιναν στο Προκόπι που ήταν
κοντά, την Παραμονή της γιορτής του Αγίου Ιωάννη του Ρώσου. Ήταν λαμπρή γιορτή!
Κι αυτή, μικρό παιδάκι με τα αδερφάκια της, πλησίαζαν και δεν ξεκολλούσαν τα
μάτια τους από τη Ιερή Λάρνακα που βρίσκονταν το Ιερό Λείψανο του Αγίου!
Ολόσωμο και άφθαρτο!
Πόσοι
πιστοί έρχονταν να προσκυνήσουν και να περιμένουν ένα θαύμα για να γιατρευτούν!
Αμέτρητα θαύματα έκανε ο Άγιος! Έρχονταν
για να τον ευχαριστήσουν γονατιστοί με δάκρυα στα μάτια! Τυφλοί έβλεπαν!
Παράλυτοι περπατούσαν! Ασθένειες σοβαρές γιατρεύονταν! Κι άφηναν τάματα και
πατερίτσες και μπαστουνάκια που δεν χρειάζονταν πια. Όλοι φορούσαν με μεγάλη
ευλάβεια και πίστη το σκουφί και τη ζώνη
του Αγίου. Μεγάλη ευλογία!
Η
γιαγιά, βρήκε μία φωτογραφία με τους γονείς και τ’ αδέρφια της για να τη δείξει
στα εγγονάκια της.
-Δροσούλα,
Ραφαήλ! φώναξε κι αμέσως γέμισε η
αγκαλιά της.
-Γιαγιούλα,
τι φωτογραφία είναι αυτή;
-Κοιτάξτε! Εδώ είμαστε στο Προκόπι στον Άγιο Ιωάννη τον
Ρώσο που γιορτάζει αύριο!
-Και
γιατί λέγεται Ρώσος;
-Γιατί
γεννήθηκε σ’ ένα χωριό της λεγομένης Μικράς Ρωσίας το 1690 από γονείς ευλαβείς
και ενάρετους. Στρατεύθηκε όταν βασίλευε ο Μέγας Πέτρος. Πήρε μέρος στον
Ρωσοτουρκικό πόλεμο και αιχμαλωτίστηκε από τους Τατάρους. Αυτοί τον πούλησαν σ’
έναν Οθωμανό αξιωματικό Ίππαρχο, που καταγόταν από το Προκόπιο της Μικράς Ασίας
και τον πήρε μαζί του.
Πολλοί
από τους συμπατριώτες του αρνήθηκαν τον Χριστό είτε από τις απειλές είτε από
τις υποσχέσεις που τους έδωσαν. Όμως ο Άγιος Ιωάννης παρ’ όλο που ήταν νέος,
είχε τη σοφία του Θεού κι έμεινε ακλόνητος στην πίστη του.
Έκανε
υπομονή στην κακομεταχείριση του αφέντη του, στις άσχημες κουβέντες των
Οθωμανών και την απέχθεια που του έδειχναν επειδή ήταν χριστιανός. Κι όταν τον
παρακινούσαν να αλλαξοπιστήσει έλεγε σε όλους και στον αγά:
“Χριστιανός
γεννήθηκα και Χριστιανός θα πεθάνω”.
-Είναι
ομολογητής της πίστης του!
-Σωστά Δροσούλα μου! Κι ο Θεός μαλάκωσε την καρδιά
του αγά και με τον καιρό τον συμπάθησε. Ο Άγιος Ιωάννης ήταν στολισμένος με
μεγάλη ταπείνωση και πραότητα.
Φρόντιζε
τα ζώα του αγά και ο ίδιος κοιμόταν σε μια γωνιά του σταύλου. Εκεί προσευχόταν
κι ευχαριστούσε τον Θεό. Ήταν αφοσιωμένος στο έργο του, αγαπούσε και έδειχνε
στοργή στα ζώα κι αυτά το ένιωθαν.
Με
τον καιρό ο αγάς του έδωσε ένα μικρό κελί. Όμως ο Άγιος Ιωάννης συνέχισε να
μένει και να κοιμάται στον σταύλο, πάνω στα άχυρα . Τον είχε σαν ασκητήριο.
Εκεί προσευχόταν για ώρες γονατιστός ,
καταπονούσε το σώμα του με την κακοπέραση και την άσκηση, νηστεύοντας τις
περισσότερες ημέρες.
Συνέχεια
έψαλλε τους ψαλμούς του Δαβίδ ακόμα και την ώρα που ακολουθούσε πίσω από το άλογο
του αφέντη του. Έφερε ευλογία στον αγά και στο σπίτι του και πλούτισε κι έγινε
ένας από τους ισχυρούς του Προκοπίου.
Ο
Άγιος Ιωάννης, τις νύχτες πήγαινε κρυφά, στο νάρθηκα της εκκλησίας του Αγίου
Γεωργίου που βρισκόταν κοντά στον οίκο του Τούρκου κυρίου του, έκανε όρθιος
αγρυπνίες και κοινωνούσε κάθε Σάββατο τα Άχραντα Μυστήρια. Κανένας δεν του
φερόταν πλέον άσχημα.
Ο
αγάς αποφάσισε να πάει για προσκύνημα στη Μέκκα, την ιερά πόλη των Μωαμεθανών.
Μετά από αρκετές ημέρες η σύζυγός του προσκάλεσε σε τραπέζι όλους τους
συγγενείς και φίλους του άνδρα της για να του ευχηθούν να γυρίσει υγιής πίσω. Ο
Άγιος Ιωάννης διακονούσε στην τράπεζα όπου υπήρχε και το αγαπημένο φαγητό του
αγά, το πιλάφι. Κι όταν η γυναίκα του ανέφερε πόση ευχαρίστησε θα ένιωθε αν
έτρωγε πιλάφι ο αγάς, ο Άγιος Ιωάννης της ζήτησε ένα πιάτο για να του το
στείλει. Οι καλεσμένοι γέλασαν, κανένας δεν τον πίστεψε, ωστόσο του το έδωσαν
και το πήγε στον σταύλο.
Εκεί
γονάτισε και προσευχήθηκε θερμά με όλη του την καρδιά παρακαλώντας τον Θεό να
στείλει το φαγητό στον αφέντη του.
-Είχε
ακλόνητη πίστη! Πίστευε ότι ο Θεός με θαυματουργό τρόπο θα έστελνε το φαγητό!
-Δεν
είχε κανένα δισταγμό ότι αυτό θα γινόταν! Ήταν σίγουρος ότι θα εισακουστεί!
-Και
τι έγινε, γιαγιά;
-Το
πιάτο με το φαγητό χάθηκε από τα μάτια του Αγίου, Ραφαήλ! Γύρισε στο τραπέζι
και είπε στην οικοδέσποινα ότι έστειλε το φαγητό στη Μέκκα. Όλοι γέλασαν και
είπαν ότι το έφαγε ο ίδιος.
Έπειτα
από λίγες ημέρες επέστρεψε ο αγάς και είχε μαζί του το χάλκινο πιάτο. Η έκπληξη
όλων ήταν πολύ μεγάλη. Τους είπε ότι μία ημέρα όταν επέστρεψε από το τζαμί
βρήκε πάνω στο τραπέζι αυτό το πιάτο γεμάτο με αχνιστό πιλάφι. Απόρησε γιατί το
δωμάτιό του ήταν κλειδωμένο και δεν μπορούσε να μπει κανένας και τότε είδε πάνω
στο πιάτο χαραγμένο το όνομά του, όπως συμβαίνει σε όλα χάλκινα σκεύη της
οικίας τους. Το έφαγε με μεγάλη όρεξη και έφερε το πιάτο.
-Θαυμαστά
τα έργα του Κυρίου! Τίποτα δεν είναι αδύνατο γι’ αυτόν που έχει ακλόνητη πίστη!
Η
σύζυγός του, του εξιστόρησε όλα όσα έγιναν κι ότι γέλασαν με τον Άγιο Ιωάννη.
Αυτό
το θαύμα το έμαθαν όλοι, από τότε τον θεωρούσαν δίκαιο και αγαπητό στον Θεό και
τον έβλεπαν με φόβο και σεβασμό. Ο αγάς και η σύζυγός του τον παρακαλούσαν να
φύγει από τον σταύλο, αλλά εκείνος δεν ήθελε. Ζούσε σαν ασκητής με υπακοή και προθυμία
στα θελήματα του αγά.
Μετά
από λίγα χρόνια αρρώστησε και ήταν ξαπλωμένος πάνω στα άχυρα του σταύλου.
-Ο
σταύλος είχε αγιάσει από τις προσευχές του Αγίου!
-Κατάλαβε
το τέλος του και ζήτησε να έρθει ένας ιερέας για να κοινωνήσει. Όμως ο ιερέας
φοβήθηκε να μεταφέρει φανερά τα Άγια Μυστήρια στον σταύλο, εξαιτίας των
Τούρκων. Ο Θεός τον φώτισε πήρε ένα μήλο κι έβαλε μέσα την Θεία Κοινωνία, πήγε
στον σταύλο και κοινώνησε τον Άγιο Ιωάννη, ο οποίος αμέσως αφού κοινώνησε
παρέδωσε την αγία ψυχή του στα χέρια του Θεού.
-Πόσο
πολύ αγάπησε τον Θεό! Δεν σταμάτησε στιγμή να τον δοξάζει και να τον
ευχαριστεί!
-Το
ακέραιο, ιερό λείψανο του Αγίου Ιωάννη τοποθετήθηκε σε λάρνακα. Χτίστηκε ναός
στο όνομά του. Χιλιάδες πιστοί πήγαιναν να τον προσκυνήσουν. Ο Οσμάν πασάς με
τους στρατιώτες του λεηλάτησαν το Προκόπι και προσπάθησαν να κάψουν το ιερό
λείψανο το οποίο έμεινε άφλεκτο. Φάνηκε ότι ζούσε κι έφυγαν έντρομοι.
-Και
πώς βρέθηκε στην Εύβοια γιαγιά;
-Το
ιερό λείψανο ήρθε στην Εύβοια μαζί με τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας.
-Είναι
προστάτης των φτωχών και των θλιβομένων! Ελπίδα, στήριγμα και καταφυγή όλων των
πασχόντων και των πονεμένων!
-Ένας
γενναίος αθλητής του Χριστού! Δοξάστηκε στον ουρανό και στη γη γιατί δόξασε με
όλη του την καρδιά και την ψυχή τον Θεό! Είπε η γιαγιά κοιτάζοντας με αγάπη τα
εγγονάκια της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου