Kάτω απ' τον γερο-πλάτανο
Ακούμπησε την πλάτη του
στον γέρικο κορμό
που εδώ και χρόνια με τα πυκνά
φυλλώματα
ίσκιο του χάριζε απλόχερα
εκεί μονάχα ηρεμούσε η ψυχή του.
Εκεί οι μνήμες του ζωντάνευαν
και παίζανε κρυφτό μαζί του.
Σ' αυτόν τον πλάτανο, αμούστακο παιδί
κρυφομιλούσε με τους συνομηλίκους του.
Μην τους πάρουν είδηση
ότι κάνουν σχέδια για ξεσηκωμό.
Εκεί κάτω απ' αυτόν τον πλάτανο
ζωγράφιζαν ένα διαφορετικό μέλλον
για τις επόμενες γενιές
ελεύθερο και λαμπρό
χωρίς σκοτάδια και φόβους
κι ας θυσίαζαν τις δικές τους ζωές.
Κι έφτασε εκείνη η μέρα η μεγάλη
κανέναν δεν τον χωρούσε
πια η γη γιατί ήθελε λεύτερος να περπατεί
να διώξει μακριά τον πόνο της σκλαβιάς
τα πληγωμένα τετρακόσια χρόνια
να σβήσουνε μεμιάς.
Άλλον καιρό ν' αντέξουν
δε χωρούσε στη δική τους τη ζωή
κι όλοι μαζί σηκώσανε τα μάτια τους ψηλά.
Ελευθερία ή θάνατος φωνάξαν δυνατά
κι απλώθηκαν παντού
πολέμησαν, αντρειώθηκαν κι έμειναν αθάνατοι.
Αγωνίστηκαν στη στεριά και στη θάλασσα
λαχταρώντας κάθε κομμάτι γης
να ελευθερωθεί και τα κατάφεραν.
Και πάνω στον γερο-πλάτανο έγραφαν
κάθε φορά τους φίλους τους
που χάνονταν στη μάχη
κι έμειναν μες στα χρόνια
σκαμμένα τα ονόματά τους
να θυμίζουν τον πόθο τους
για την ελευθερία και την αγάπη τους
για την πατρίδα τους
Λάμπρος, Οδυσσέας, Γιάννης, Δήμος...
και πόσα άλλα παλικάρια
σου χάρισαν Ελλάδα τη ζωή τους...
Κι αυτός τώρα γέροντας πια
έρχεται εδώ κάτω απ' τον γερο-πλάτανο
και θυμάται τα παλιά
χαϊδεύει με το ροζιασμένο χέρι του
τον κορμό του και πολλές φορές
όταν τα μάτια του θαμπώνουν τους βλέπει
όλους εκεί μπροστά του
να χαμογελούν και να του λένε
Ζήτω η πατρίδα μας! Ζήτω η Ελλάδα μας η γλυκιά!
Σ.Δ.Δασκάλα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου