menu

ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Κυριακή 17 Μαΐου 2015

ΠΟΙΟΝ ΕΧΕΙΣ ΔΑΣΚΛΑΛΟ; ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ


Αύριο η πρεμιέρα των πανελλαδικών
Ὁ ἅ­γιος Πορ­φύ­ριος (1906-1991) φα­νέ­ρω­σε στὴν ἐ­πο­χή μας μὲ πο­λὺ δυ­να­μι­κὸ τρό­πο τὴ γνή­σια μορ­φὴ τοῦ ἀ­λη­θι­νοῦ ἀν­θρώ­που. Δί­δα­ξε μὲ ἔρ­γο καὶ λό­γο. Μὲ τὴ δι­α­κρι­τι­κή του συμ­πε­ρι­φο­ρά, τήν ἤ­ρε­μη δι­δα­σκα­λί­α καὶ τὰ ἀ­να­ρίθ­μη­τα θαύ­μα­τά του ἔ­γι­νε ὁ­δη­γὸς πο­λύ­τι­μος στὰ δύ­σκο­λα μο­νο­πά­τια τῆς ἐ­πο­χῆς μας.
Συ­νέ­βη κά­πο­τε νὰ τα­ξι­δεύ­ει ἀ­πὸ Θεσ­σα­λο­νί­κη γιὰ Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Ἔ­φτα­σε ὅ­μως στὸν σταθ­μὸ λε­ω­φο­ρεί­ων κα­θυ­στε­ρη­μέ­να. Δὲ βρῆ­κε εἰ­σι­τή­ριο καὶ ἀ­ναγ­κά­στη­κε νὰ τα­ξι­δέ­ψει ὄρ­θιος. Δί­πλα του κα­θόν­του­σαν κά­ποι­οι νε­α­ροὶ ποὺ ἀ­στε­ϊ­ζόν­του­σαν με­τα­ξύ τους καὶ γε­λοῦ­σαν. Ἡ συμ­πε­ρι­φο­ρά τους ἐ­ξόρ­γι­σε ἕ­ναν ἐ­πι­βά­τη, ποὺ δὲν κρα­τή­θη­κε καὶ ἐ­πέ­πλη­ξε τοὺς νε­α­ρούς, ἐ­πει­δὴ ἔ­βλε­παν ὄρ­θιο μπρο­στά τους ἕ­να γέ­ρον­τα ἱ­ε­ρέ­α καὶ ἐν τού­τοις συ­νέ­χι­ζαν νὰ κά­θον­ται ἀ­δι­ά­φο­ροι. Πα­ρὰ τὴν ἐ­πί­πλη­ξη ὅ­μως οἱ νε­α­ροὶ πα­ρέ­μει­ναν ἀ­συγ­κί­νη­τοι καὶ κα­νέ­νας δὲν ση­κώ­θη­κε νὰ δώ­σει τὴ θέ­ση του.  

Οι μέλισσες σέβονται το πρόσωπο του Αγ. Πορφυρίου

Τό­τε ὁ ὀρ­γι­σμέ­νος ἐ­πι­βά­της ση­κώ­θη­κε καὶ πα­ρα­χώ­ρη­σε τὴ δι­κή του θέ­ση στὸν γέ­ρον­τα Πορ­φύ­ριο. Ἐ­κεῖ­νος τὸν εὐ­χα­ρί­στη­σε, ἀλ­λὰ δὲν δέ­χτη­κε νὰ κα­θί­σει. Τα­ξί­δε­ψε ὄρ­θιος μέ­χρι τὴν Ἱ­ε­ρισ­σό (δύ­ο ὧ­ρες πε­ρί­που). Ὅ­ταν κα­τέ­βη­καν, ὁ ἐ­πι­βά­της τὸν ρώ­τη­σε για­τί δὲν δέ­χτη­κε τὴ θέ­ση ποὺ τοῦ πρό­σφε­ρε.
-  Ἔ­κα­μα μιὰ θυ­σί­α γιὰ τὰ παι­διά, ἀ­πάν­τη­σε  ὁ γέ­ρον­τας.
Ὁ ἄν­θρω­πος δὲν κα­τά­λα­βε τὰ αἰ­νιγ­μα­τι­κά του λόγια. Ὁ ἅ­γιος τό­τε τοῦ ἐ­ξή­γη­σε:
-  Δὲν ἔ­κα­νες κα­λὰ ποὺ μά­λω­σες τὰ παι­διά. Ἔ­κα­μαν βέ­βαι­α μιὰ κα­κὴ πρά­ξη: Ἄ­φη­σαν ὄρ­θιο ἕ­ναν ἡ­λι­κι­ω­μέ­νο καὶ δὲν τοῦ πα­ρα­χώ­ρη­σαν ἀ­πὸ μό­να τους τὴ θέ­ση, ὅ­πως θά ’­πρε­πε. Ἂν λοι­πὸν ση­κώ­νον­ταν ὅ­ταν τὰ κα­τσά­δια­σες καὶ κα­θό­μουν ἐ­γὼ στὴ θέ­ση τους, ἢ ἂν δε­χό­μουν τὴ θέ­ση ποὺ μοῦ πρό­σφε­ρες ἐ­σύ, τὰ παι­διὰ δὲν θὰ κα­τα­λά­βαι­ναν τὴν κα­κὴ πρά­ξη τους. Ἀν­τί­θε­τα θὰ ἔ­νοι­ω­θαν δι­και­ω­μέ­να, ἀφοῦ, εἴτε ἔτσι εἴτε ἀλλιῶς, θὰ εἶχε τακτοποιηθεῖ τὸ θέμα. Τώ­ρα ὅ­μως ποὺ ἔ­μει­να ὄρ­θιος καὶ μ’ ἔ­βλε­παν μπρο­στά τους τό­σες ὧ­ρες, ση­κώ­θη­κε ἡ ἴ­δια ἡ συ­νεί­δη­σή τους ἀ­πὸ μέ­σα τους καὶ σι­ω­πη­λὰ τὰ κα­τη­γό­ρη­σε γιὰ τὴν πρά­ξη τους. Μό­νο ἔ­τσι μπο­ρεῖ ὁ ἄν­θρω­πος νὰ σω­θεῖ: ὅ­ταν δι­ορ­θώ­νε­ται, ἐ­πει­δὴ τὸν κα­τη­γο­ρεῖ, ὄ­χι ὁ ἄλ­λος ἀ­π’ ἔ­ξω, ἀλ­λὰ ἡ συ­νεί­δη­σή του ἀ­πὸ μέ­σα.
Ὁ κα­λύ­τε­ρος ὁ­δη­γὸς δη­λα­δὴ εἶ­ναι ἡ συ­νεί­δη­ση. Ἕ­νας δά­σκα­λος ποὺ τὸν ἔ­βα­λε στὴν καρ­διὰ τοῦ ἀν­θρώ­που ὁ Θε­ός.
Ἂς ἔλ­θου­με τώ­ρα καὶ σὲ σέ­να…  
Βρί­σκε­σαι πρὸ τῶν ἐ­ξε­τά­σε­ων. Δι­ά­βα­σες, κα­ταρ­τί­στη­κες, ἑ­τοι­μά­στη­κες. Ἀ­πὸ μι­κρὸ παι­δὶ δὲν κά­νεις ἄλ­λη δου­λειά, ἀ­π’ τὸ νὰ τρέ­χεις ἀ­πὸ δά­σκα­λο σὲ δά­σκα­λο γιὰ νὰ δι­δα­χτεῖς. Πέ­ρα­σες ἀ­πὸ πολ­λοὺς δα­σκά­λους. Πῆ­ρες μα­θή­μα­τα πολ­λά.
Ἀ­νά­με­σα στοὺς τό­σους δα­σκά­λους ποὺ ἐ­πέ­λε­ξες νὰ σὲ μορ­φώ­σουν, συγ­κα­τα­λέ­γε­ται ἄ­ρα­γε καὶ ὁ δά­σκα­λος ποὺ ἔ­βα­λε μέ­σα σου ὁ Θε­ός; Τί μα­θή­μα­τα σοῦ ἔ­δω­σαν οἱ δά­σκα­λοί σου ἀ­π’ τὸ νη­πι­α­γω­γεῖ­ο μέ­χρι τώ­ρα; Σί­γου­ρα πῆ­ρες γνώ­σεις πολ­λές. Ἔ­λα­βες ὅ­μως καὶ μα­θή­μα­τα ἀν­θρω­πιᾶς;
Κα­λὲς οἱ γνώ­σεις. Ἀ­πα­ραί­τη­τες. Μὰ πιὸ ἀ­πα­ραί­τη­τα εἶ­ναι τὰ μα­θή­μα­τα ἀν­θρω­πιᾶς. Ποὺ σὲ κά­νουν ὄν­τως ἄν­θρω­πο. Οἱ γνώ­σεις μό­νο, χω­ρὶς μα­θή­μα­τα ἀν­θρω­πιᾶς, μπο­ρεῖ νὰ σὲ κά­νουν ἀ­κό­μα καὶ ἀ­πάν­θρω­πο. Μη­χα­νή. Ρομ­πότ. Ὀ­λο­θρευ­τή.
Γι’ αὐ­τὸ χρει­ά­ζε­ται καὶ ὁ δά­σκα­λος ποὺ δι­ο­ρί­ζε­ται ἀ­π’ τὸν Θε­ὸ στὸ σχο­λεῖ­ο τῆς ψυ­χῆς σου. Ἡ συ­νεί­δη­ση. Γιὰ νὰ σὲ δι­δά­ξει καὶ κα­λὰ μα­θή­μα­τα. Νὰ σοῦ δώ­σει καὶ μιὰ ἄλ­λη παι­δεί­α. Νὰ σὲ ὁ­δη­γή­σει στα­δια­κά καὶ στοὺς ἄλ­λους δα­σκά­λους ποὺ ἄ­φη­σε στὸ πό­δι του ὁ Χρι­στός: «Τοὺς ἀ­σφα­λεῖς καὶ θε­ο­φθόγ­γους κή­ρυ­κας», τοὺς σο­φοὺς ἀ­πε­σταλ­μέ­νους τοῦ Θε­οῦ κά­θε ἐ­πο­χῆς, ποὺ ἐμ­φο­ρού­με­νοι ἀ­πὸ θε­ϊ­κὸ πνεῦ­μα, ἀ­λή­θεια καὶ ἀ­γά­πη, με­τα­φέ­ρουν μέ­χρι ἐ­σέ­να καὶ μέ­να τὰ «γράμ­μα­τα» καὶ τὰ «πράγ­μα­τα» τοῦ Θε­οῦ, τὸν τρό­πο δη­λα­δὴ γιὰ νὰ γί­νου­με οἱ ἀ­λη­θι­νοὶ ἄν­θρω­ποι ποὺ ὀ­νει­ρευ­ό­ταν ὁ Θε­ός, ὅ­ταν μᾶς ἔ­πλα­θε. Σὰν τὸν ἅ­γιο Πορ­φύ­ριο. Καὶ ἀφοῦ ὁ Θεὸς διορίζει δασκάλους, ὁρίζει καὶ ἐξετάσεις.
Κά­πο­τε λοι­πὸν θὰ μᾶς ἐξετάσει καὶ ὁ Θε­ός. Δὲν θά ’θε­λες νὰ πε­ρά­σεις καὶ τότε; Οἱ τω­ρι­νές σου ἐ­ξε­τά­σεις, μπρο­στὰ σ’ ἐ­κεῖ­νες τοῦ Θε­οῦ, εἶ­ναι μιὰ λε­πτο­μέ­ρεια. Δὲν ἀ­ξί­ζει νὰ ἐ­πι­κεν­τρώ­νε­σαι μό­νο σ’ αὐ­τές. Κιν­δυ­νεύ­εις γιὰ ἕ­να δέν­τρο νὰ χά­σεις τὸ δά­σος. Δὲν θά ’­ναι κρί­μα;
Στὶς ἐ­ξε­τά­σεις τοῦ Θε­οῦ, μὰ καὶ σὲ τοῦ­τες τώ­ρα τὶς ἐ­ξε­τά­σεις σου καὶ σὲ κά­θε καλὸ ἐγ­χεί­ρη­μα στὴ ζω­ή σου, εὔ­χο­μαι νά ’­χεις πάν­τα μιὰ πο­λὺ με­γά­λη καὶ
Κ Α Λ Η   Ε Π Ι Τ Υ Χ Ι Α !


π. Δημήτριος Μπόκος 

▣ Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου