menu

ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

4. ΑΝΕΜΟΔΑΡΜΕΝΕΣ ΨΥΧΕΣ (συνέχεια)

      ρα δέκα κα τριάντα. Εναι ρα πο μς μετρον σν ζα - τ σν εναι ποθετικ στν μ πραγματικότητα δ. Εσαι να κεφάλι ζώου χωρς γνώμη, χωρς ”θέλω„ χωρς δικαιώματα. δ δν χεις τ δικαίωμα ν παραπονεθες γι κάτι πο σ προσβάλλει, οτε χεις τ δικαιμα ν ντιδράσεις σ ,τιδήποτε θεωρες δικο. Κι ν ντιδράσεις; Σ περιμένει πομόνωση κάποιο βαρ πειθαρχικό, πο ργότερα θ δυσκολέψει τν ποφυλάκισή σου. Ο βαρις σιδερένιες πόρτες κλεισαν μ' να παίσιο θόρυβο πο μ' κανε ν φρικάρω, θάλαμος μ τόσες γνωστες γυνακες ταν να θλιβερ θέαμα, συμβίωση δ εναι δυσβάστακτη. Πρέπει τ τομα ν εναι φτιαγμένα π τ διο γνήσιο λικ γι ν πάρχει μία ρτια συγκατοίκηση. Δν ταν γι μένα καλύτερη κατάληξη ν εμαι δ· κι μως εμαι δ, σ' ατ τ περίεργο μαντρί, που λα εναι μουτρωμένα κι χρωμα. Παντο πλανιέται μία θλίψη, νας φόβος, μία πόγνωση, μ τς ψυχές μας κρεμασμένες στ τσιγκέλι το χασάπη, τοιμες ν τς μαγειρέψουν ,τι ρα θέλουν.
     Ο ρες περνοσαν, κι γ δν μποροσα ν κλείσω τ μάτια μου. Ο σκέψεις εχαν θολώσει τ μυαλό μου, ψαχνα  ν βρ λύσεις, να ντίφεγγο τς ζως, μπς κα σταθ ρθια στ πόδια μου.
μόνη σωτηρία μου εναι λπίδα κα πίστη μου στν Θεό. π τν Θε ντλ δύναμη γι ν μπορέσω ν συνεχίσω τν δύσσεια πο πλώνεται πέραντη μπροστά μου. Ο γυνακες κοιμονται· λλες ρεμες κι λλες μ φιαλτικ νειρα, πο ταράζουν τ ρεμα νερ τς ψυχς τους. Τ κουρασμένα βλέφαρά μου γέρνουν στ κάλεσμα το πνου, μ δν πρόλαβα. Ο βαρις πόρτες νοιξαν, κα μία βραχν φων ρχισε ν ξεφωνίζει:
- Σηκωθετε, κατεβάστε μία - μία τ σώρουχό σας κα μετ βγετε ξω ν κάνουμε ρευνα.
- Τν τύχη μου τ μαύρη, τί εναι πάλι τοτο; ναρωτιέμαι γανακτισμένη.
Βάνα, μία κρατούμενη π τ διπλαν κρεβάτι, μ ερωνικ φος μο παντάει:
- !!! Μν φοβσαι. Ατ γίνεται τακτικά· ψάχνουν γι χάπια, ναρκωτικά, αχμηρ ντικείμενα, φαίνεται πς κάποιος χαφις τος χει πε ηδίες.
      Δν τς πάντησα. Δν εχα ρεξη γι σκοπα λόγια, σηκώθηκα νόρεχτη, μ τ μηνίγγια μου ν βουζουν. Βγκα στν διάδρομο κα ξέσπασα σ λυγμούς. θελα ν ξεσπάσω, ν βγάλω π μέσα μου λο τ βάρος πο μ πλάκωνε λες ατς τς δυνηρς ρες. μουν πολ θυμωμένη κι πογοητευμένη π τν αυτό μου, γι ν εμαι λογικ κα ψύχραιμη. Δν θελα ν λυγίσω, κι μως λύγισα. πόγνωση εχε ποτυπωθε στ πρόσωπό μου μ δύο βαθις ρυτίδες πο φανέρωναν λη τν ψυχική μου κούραση. ρευνα τελείωσε, φυγαν ο δεσμοφύλακες κι λες ο γυνακες, μ τν γωνία στ βλέμμα μας τρέξαμε στος θαλάμους κα στ κελιά. να συρτ σν μανς !!!! κούστηκε, πτέρυγα μοιαζε μ βομβαρδισμένο κτίριο.
Μ πόνο ψυχς ψάχνουμε μέσα στ συντρίμια ν βρομε τ σκορπισμένα κομμάτια μας. Γέμισε ψυχή μας μ' γανάκτηση κα θυμό. Νιώθω ν ζ μακρι π τν τρέχουσα πραγματικότητα, σ' ναν αώνα γνωστο μ κα πολ γνώριμο...  ( ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ).
Από το ομόνυμο βιβλίο πρώην κρατουμένης 


▣ Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου