"ΑΝΕΜΟΔΑΡΜΕΝΕΣ ΨΥΧΕΣ".
Της Μαρίας Βολιώτη
ΕΚΔΟΣΗ: Σ.Σ.Κ. "Ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ"
Ἡ Φθινοπωρινὴ αὔρα
τοῦ δειλινοῦ φύσηξε τὸ δροσερὸ ἀεράκι της πάνω στὸ ἀναψοκοκκινισμένο πρόσωπό μου.
Οἱ μυρωδιὲς τῶν λουλουδιῶν σκορποῦσαν τὴν εὐωδία τους, μὰ ἐγὼ ἤμουν πολὺ
θυμωμένη μὲ τὴν τύχη μου καὶ σοκαρισμένη γιὰ νὰ ἐπιτρέψω στὶς αἰσθήσεις μου νὰ
λειτουργήσουν. Ἡ ζωὴ ὅταν ἀρχίσει νὰ σοῦ δίνει φάπες, πολλὲς φορὲς τὴν πιάνει
ἀμὸκ καὶ ξεχνᾶ νὰ σταματήσει· σὲ
δέρνει ἀλύπητα κι ἀφήνει πάνω σου πύρινα σημάδια γιὰ ὅλη τὴν ὑπόλοιπη ζωή σου.
Τὸ σῶμα μου πάγωσε, οἱ κόρες τῶν ματιῶν μου διεστάλησαν, ἡ φωνή μου ἔκλεισε καὶ
δὲν μπόρεσα νὰ ἀρθρώσω οὔτε μία λέξη, καμία κίνηση, καμία ἔκφραση, καμία ἀντίδραση….. Εἶναι ἡ ὥρα τῆς σύλληψής μου κι ὅλα χάθηκαν
γύρω μου. Τὴν ὥρα ποὺ οἱ ἀστυνομικοὶ μοῦ περνοῦσαν γύρω ἀπὸ τοὺς καρπούς μου
τὶς χειροπέδες, δὲν ἔκλαψα - ἄλλωστε τὰ δάκρυα δὲν ὠφελοῦν· ὅ,τι ἔγινε ‑ ἔγινε. Εἶναι μερικὰ πράγματα στὴν ρημάδα τὴ ζωὴ ποὺ
τὸ μελάνι της δὲν ἐξαλείφεται μένει σὰν τατουὰζ ἐπάνω στὸ κορμί σου, μαζί σου
πορεύεται, μαζί σου πεθαίνει.
Τὸ
τσουνάμι ποὺ ἀναποδογύρισε τὴν βάρκα τῆς ζωῆς μου γέμισε τὸ ποτάμι καὶ
ξεχείλισε, ξεχείλισε ἄγριο, ἀδυσώπητο, ἀδίσταχτο· τίποτα δὲν ἄφησε ὄρθιο τίποτα.
Τρικλίζοντας, μὲ
τὸ κεφάλι μου βαρὺ καὶ τὰ πόδια μου κουρασμένα, σὰν νὰ πέρασε αἰώνας ἀπὸ πάνω
μου, διανύω τὸ κατώφλι τῆς φυλακῆς.
-
Φυλακή!!!! Μία ἐπώδυνη ἐμπειρία, ποὺ ἄφησε γιὰ πάντα μέσα μου
οὐλὲς ἀνεξίτηλες.
Μὲ τὸν πανικὸ καὶ τὴν φρίκη
ἀποτυπωμένη στὰ χαρακτηριστικά μου, παρακολουθῶ βουβὴ τὸ δράμα ποὺ σκιαγράφησε
μὲ μελανὰ χρώματα τὴν ἀπρόσμενη δυστυχία μου, μαζὶ μὲ ὅλες τὶς ἀναπόφευκτες
ἐξελίξεις, πού, στὰ μάτια μου, φαντάζουν ἀνεξερεύνητες κι ἀπρόβλεπτες.
Ἡ μοίρα παίζει παράξενα
παιχνίδια, ἡ δική μου πικρόχολη μοίρα μοῦ ἔπαιξε τὸ πιὸ ἄσχημο, τὸ πιὸ σατανικό
της παιχνίδι, στέλνοντας τὴν ψυχή μου στὴν κόλαση, σὲ μία κόλαση ποὺ οὔτε οἱ ἴδιοι οἱ διάβολοι δὲν
θέλουν νὰ κατοικήσουν· τὴν
ἀποφεύγουν σὰν τὸ λιβάνι, γιατί ξέρουν πὼς θὰ μουχλιάσουν ἀπὸ τὴν σαπίλα της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου