menu

ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

ΕΝΑ ΜΑΘΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΓΑΠΗ



Ἱ­ε­ρὰ Μη­τρό­πο­λις Δη­μη­τρι­ά­δος
Ἐ­νο­ρι­α­κὴ Σχο­λὴ Γο­νέ­ων
Ἱ­ε­ροῦ Μη­τρο­πο­λι­τι­κοῦ Να­οῦ Ἁ­γί­ου Νι­κο­λά­ου Βό­λου




« . Χρυ­σό­στο­μος ­μι­λε γι τν ΑΓΑΠΗ»1.

   ­κε­νο τ ­πο­ο λεί­πει σή­με­ρα ­π τν κό­σμο ε­ναι ΑΓΑΠΗ. ­μι­λο­με γι ­γά­πη, λ­λ δν τν βι­ώ­νου­με. Συ­νή­θως, ζη­το­με ν μς ­γα­πον ο λ­λοι, ­ν ­μες με­τ δυ­σκο­λί­ας κ­φρά­ζου­με τν ­γά­πη μας γι τος λ­λους.  Χρι­στς μς δι­δά­σκει: «Ο ΘΕΟΣ ΑΓΑΠΗ ΕΣΤΙ» κα πς ο μα­θη­τές Του θ πρέ­πει ν δι­α­κρί­νον­ται ­π τν ­γά­πη πο ­χουν με­τα­ξύ τους. Δυ­στυ­χς, α­τ τ μή­νυ­μα πο μς δί­νει Χρι­στς κα κ­κλη­σί­α μας δν μς γ­γί­ζει κα δν δο­νε τς ψυ­χές μας.
    Σή­με­ρα, ­χουν λι­γο­στέ­ψει τ ­γι­α πα­ρα­δείγ­μα­τα (γο­νέ­ων, ­ε­ρέ­ων, δα­σκά­λων, κα­θη­γη­τν κ.α.) πο φω­τί­ζουν κα κα­θο­δη­γον τος ν­θρώ­πους στν μ­πρα­κτη ­γά­πη. ­λοι μι­λον γι τν ­γά­πη, λ­λ λί­γοι τν βι­ώ­νουν μ­πρα­κτα. Βε­βαί­ως, δν ­χουν λεί­ψει κα τ ­γι­α πα­ρα­δείγ­μα­τα. Δν μπο­ρο­με ­μως ν κλεί­σου­με τ μά­τια μας κα ν ­γνο­ή­σου­με τν κα­θη­με­ρι­ν ε­κό­να πο ­πι­κρα­τε στν σύγ­χρο­νη κοι­νω­νί­α, στν ο­κο­γέ­νει­α, στν συ­ζυ­γί­α, στ σχο­λε­ο κ.λ.π. Συ­νή­θως, ­πι­κρα­τε ψυ­χρό­τη­τα, ­δι­ο­τέ­λει­α, μο­να­ξιά, θλί­ψη, τ μ­σος, φθό­νος, θυ­μς κα γ­κα­τά­λει­ψη. 
      ­π μι­κρ παι­δι ­χου­με δι­δα­χθε πς ο­κο­γέ­νει­α ε­ναι τ ­γι­ς κύτ­τα­ρο τς κοι­νω­νί­ας μας. Πα­ρα­τη­ρο­με, πς α­τ τ ­γι­ς κύτ­τα­ρο, ο­κο­γέ­νει­α, ­χει ­δ κα δε­κα­ε­τί­ες νο­σή­σει ­πι­κίν­δυ­να κα γι’ α­τ κα­θη­με­ρι­ν θρη­νο­με γι τν δι­ά­λυ­σή της. Λεί­πει Χρι­στς μέ­σα ­π τ συ­ζυ­γί­α κα τν ο­κο­γέ­νει­α κα ντ’ Α­το κυ­βερ­ν διά­βο­λος. Λεί­πει ε­λι­κρι­νς χρι­στια­νι­κ ­γά­πη πο ε­ναι βά­ση το ο­κο­δο­μή­μα­τος τς ο­κο­γέ­νει­ας κα ντ’ α­τς κυ­ρι­αρ­χε τα­ρα­χή, τ μ­σος, θυ­μς κα δι­χό­νοι­α.
      Τί πρέ­πει ν κά­νου­με; Πς πρέ­πει ν πο­ρευ­θο­με; Ποις μπο­ρε ν μς κα­θο­δη­γή­σει κα ν μς βο­η­θή­σει ν’ λ­λά­ξου­με πο­ρεί­α; ­πάρ­χει ­κό­μη πε­ρι­θώ­ρι­ο ν σώ­σου­με τς ο­κο­γέ­νει­ές μας ­π τν δι­ά­λυ­ση κα τν κα­τα­στρο­φή; Βε­βαί­ως, ­πάρ­χει λ­πί­δα ν με­τα­νο­ή­σου­με κα ν βά­λου­με στ ζω­ μας ­δη­γ κα Κυ­βερ­νή­τη τ Χρι­στό. ­ν θε­λή­σου­με ν φέ­ρου­με τν ΑΓΑΠΗ  μέ­σα στς καρ­διές μας, στ σπί­τι μας, τ γει­το­νιά μας κα γε­νι­κό­τε­ρα στν σύγ­χρο­νη κοι­νω­νί­α.
     ­φέ­τος, στ σύ­να­ξή μας, κα­λέ­σα­με ­ναν με­γά­λο δά­σκα­λο γι ν μς δι­δά­ξει κα ν μς κα­θο­δη­γή­σει. ­πι­λέ­ξα­με τν . Χρυ­σό­στο­μο πο θε­ω­ρε­τε ς με­γα­λύ­τε­ρος χρι­στια­νς παι­δα­γω­γς γι ν μι­λή­σει στος συ­ζύ­γους, στος γο­νες, στ παι­δι κα σ πολ­λος λ­λους πο ­να­ζη­τον λύ­ση στ προ­βλή­μα­τα τς ο­κο­γέ­νει­ας κα γε­νι­κό­τε­ρά τς κοι­νω­νί­ας μας.
 ­πι­λέ­ξα­με ς πρ­το μά­θη­μα ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ, δι­ό­τι ε­ναι ­να θέ­μα ν­δι­α­φέ­ρον, ­πί­και­ρο, σπου­δα­ο κα βα­σι­κό. Συλ­λέ­ξα­με, π’ ­λα τ ρ­γα το Ι.Χ., μι­κρς πε­ρι­κο­πς κα χω­ρί­α, στ ­πο­α ­ε­ρς Πα­τρ το­νί­ζει τ με­γα­λε­ο τς ΑΓΑΠΗΣ κα μ λό­γο πρα­κτι­κ κα ­πλό μς κα­θο­δη­γε στν δρό­μο α­τς τς με­γά­λης ­ρε­τς.

                         ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ (το  . Χρυ­σο­στό­μου)2 .      
Α΄ ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΓΑΠΗ

    Ε­ναι με­γα­λύ­τε­ρη π’ ­λες τς ­ρε­τές. Πη­γ ­πεί­ρων ­γα­θν. ­νώ­τε­ρη ­π τ θαύ­μα­τα, λ­λ κα τν ­κα­νό­τη­τα το θαυ­μα­τουρ­γεν. Πη­γ γεν­ναι­ό­τη­τας, ν­δρεί­ας κα χα­ρς.  Φέρ­νει ε­ρή­νη κα ­μό­νοι­α.  ­νώ­τε­ρη ­π τν παρ­θε­νί­α. Χω­ρς πό­λε­μο κα μά­χες στή­νει τρό­παι­α.  Συν­θέ­τει κα σφίγ­γει τ ζω­ή μας. Ε­ναι τ κρι­τή­ρι­ο γι τ σω­τη­ρί­α μας (κα­τ τν Β΄ Πα­ρου­σί­α) κα μς χα­ρί­ζει τν Ο­ρα­νό.
     ­γά­πη κα δι­α­κο­νί­α ε­ναι πε­ρισ­σό­τε­ρο ­π κά­θε λ­λο προ­σφι­λες στ Θε­ό. Σ­ζό­μα­στε ­λοι προ­παν­τς μ τν ­γά­πη. ­να­παύ­ει τς τα­ραγ­μέ­νες ψυ­χές. Με­τα­βά­λλει τ ζω­ή μας σ πα­ρά­δει­σο.   Ε­ναι καρ­πς το γ. Πνεύ­μα­τος. Δν τν δι­α­κό­πτει θά­να­τος. Νι­κά­ει τ πάν­τα. ­κό­μη κα τς δο­κι­μα­σί­ες. ­ποιος ­γα­π ε­ναι ­δύ­να­τον ν μι­σε.

Β’  Η ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ.
     Ο ε­δω­λο­λά­τρες (κα ­λοι ο ­θε­οι) θαυ­μά­ζουν ­ταν σ δον ν συμ­πε­ρι­φέ­ρε­σαι μ τρό­πο πρ­ο κα ­με­ρο κα γλυ­κό. ­ποιος ­γα­πι­έ­ται ε­ναι ­δύ­να­τον ν μι­σε. ­γά­πη ε­ναι τ φάρ­μα­κο τν ψυ­χι­κν μας τραυ­μά­των κα θε­ρα­πεύ­ει τν ψυ­χή. ­γά­πη κά­νει τ μο­να­χι­κ ­το­μα δυ­να­τά, δι­ό­τι τ φέρ­νει σ στε­ν ψυ­χι­κ ­πα­φ μ λ­λα ­το­μα, ­παλ­λάσ­σον­τάς τα ­τσι ­π τ μαρ­τύ­ρι­ο τς μο­να­ξις.
     Ο γο­νες ν προ­τρέ­πουν τ παι­δι τους ν’ ­γα­πον σν ­δελ­φος τος ­πη­ρέ­τες πο ­χουν τν ­δια μ ­λους τος ν­θρώ­πους ν­θρώ­πι­νη φύ­ση (τν ­πο­χ πο ­λε­γε α­τ ­γι­ος ­πι­κρα­το­σε δου­λεί­α). ­γά­πη κά­νει τν θρα­σ ­πο­χω­ρη­τι­κ κα τν α­θά­δη συ­νε­τό, ­κό­μη κι ν ε­ναι κα­νες ­γρι­ό­τε­ρος ­π τ θη­ρί­α (βλέ­πε τος δη­μί­ους τν ­γί­ων μαρ­τύ­ρων). Μ τν ­γά­πη γί­νε­ται ­με­ρό­τε­ρος κα ­π τ πρό­βα­το. ­γά­πη μ­πνέ­ει α­σθή­μα­τα λ­τρου­ι­σμο κα ­δη­γε σ ρ­γα  κοι­νω­νι­κς προ­νοί­ας κα α­το­θυ­σί­ας.
      ­γά­πη κα­τορ­θώ­νει τ πάν­τα. ­ξα­φα­νί­ζει ­λα τ κα­κ κα τ πά­θη. ­να­δει­κνύ­ει τος ν­θρώ­πους ­γί­ους. Ε­ναι τ κύ­ρι­ο γνώ­ρι­σμα το παι­δα­γω­γο, τν δού­λων το Θε­ο κα τν μα­θη­τν το Χρι­στο (ω. Ιγ΄35). ­γά­πη το δα­σκά­λου (το γο­νιο, το συ­ζύ­γου κ.α.) συγ­κι­νε τος μα­θη­τς (παι­διά, συ­ζύ­γους κ.α.) κα τος δι­α­θέ­τει ε­νο­ϊ­κ πρς τ πρό­σω­πο το δα­σκά­λου τους (το γο­νιο κ.α.). Γι’ α­τ κα ε­ναι ­ναγ­και­ό­τε­ρη ­ρε­τ γι τ δά­σκα­λο. ­γά­πη ε­ναι τ μυ­στι­κ τς ­πι­τυ­χί­ας κά­θε παι­δα­γω­γο στ ρ­γο του. Μό­νο το κλει­δ τς ­γά­πης μπο­ρε ν’ ­νοί­ξει τς κλει­στς καρ­δις τν μα­θη­τν (τν παι­διν, τν ­ξο­μο­λο­γού­με­νων κ.α.).
       ­γά­πη ­νώ­νει ­σους ­νή­κουν σ δι­α­φο­ρε­τι­κ τά­ξη (πλου­σί­ους κα φτω­χούς, ­ξυ­πνους κα κου­τούς, κα­λος κα κα­κούς, χω­ρς ν ση­μαί­νει ­τι ­γα­π κα­νες τ κα­κ). χρι­στια­νς ­πε­χθά­νε­ται τν ­μαρ­τί­α, λ­λ ­γα­π κα θε­ρα­πεύ­ει τος κα­κούς. ­γά­πη συγ­κι­νε κα τς πέ­τρι­νες καρ­διές.  μ­πνευ­στς τς ­γά­πης ε­ναι ΧΡΙΣΤΟΣ, σταυ­ρω­μέ­νη ­γά­πη, δι­ό­τι Α­τς βί­ω­σε τν ­γά­πη στν πλη­ρό­τη­τά της κα σ’ ­λο το με­γα­λε­ο της


Γ΄ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ.

    Δι­η­γε­ται συ­νε­χς τς ε­ερ­γε­σί­ες πο δέ­χε­ται. Πά­σχει γι χά­ρη α­τν πο ­γα­π. Α­τς πό­νος γι τος δο­κι­μα­ζο­μέ­νους ε­φραί­νει τ Θε­ό. ­γρυ­πνε γι τος λ­λους. Προ­τι­μ ν δι­α­τάσ­σε­ται, πα­ρ ν δι­α­τάσ­σει. Προ­τι­μ ν ε­ερ­γε­τε, πα­ρ ν ε­ερ­γε­τε­ται. Κά­νει ,­τι ­ρέ­σει στν ­γα­πώ­με­νο. Ε­ναι α­το­θυ­σι­α­στι­κή. Δν ­πελ­πί­ζε­ται πο­τ γι τν δι­όρ­θω­ση ­κό­μη κα το δι­ε­φθαρ­μέ­νου (πε­ρι­μέ­νει μ ­πο­μο­ν κα προ­σευ­χ τν δι­όρ­θω­ση).
     Κα­τορ­θώ­νει με­γά­λα ρ­γα μέ­σα σ μι­κρ χρο­νι­κ δι­ά­στη­μα (­νοί­γει δρό­μους, γκρε­μί­ζει μ­πό­δι­α, κά­νει θαύ­μα­τα). Δν τν μ­πο­δί­ζουν, ο­τε τν μει­ώ­νουν ­πό­στα­ση, πά­ρο­δος το χρό­νου, ο πει­ρα­σμο κα ο δύ­σκο­λες πε­ρι­στά­σεις (ε­ναι στα­θε­ρ κα ­πο­μο­νε­τι­κή). Δν δι­α­φεύ­γει τν προ­σο­χ­ναι φς κα τ βλέ­πουν ­λοι). Δι­α­κρί­νε­ται γι τν παρ­ρη­σί­α της (τ θάρ­ρος της). Δν ν­τέ­χει τ χω­ρι­σμ κα δν τν ­πο­μα­κρύ­νει κα­νες ­π τ ­γα­πώ­με­νο πρό­σω­πο, ­π τ ­πο­ο δέ­χε­ται ­κό­μη κα τι­μω­ρί­α (βλέ­πε τι­μω­ρί­α δα­σκά­λου, γο­νέ­α, πνευ­μα­τι­κο κ.α.).  ­ποιος ­γα­πά­ει δν συ­νει­σφέ­ρει πο­τ λι­γό­τε­ρο π’ ­σο μπο­ρε. ­ποιος ­γα­πά­ει, κλαί­ει γι κεί­νους πο ­μαρ­τά­νουν.

Δ΄ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ.

      Ε­ναι μ­φυ­τη, τα­πει­νή, ­κού­ρα­στη, γεν­ναι­ό­δω­ρη. Δν ζη­τε τ συμ­φέ­ρον της, λ­λ τ συμ­φέ­ρον τν λ­λων. Φαν­τά­ζε­ται τος ­πον­τες, πο ­γα­πά­ει, ς πα­ρόν­τες. Αχ­μα­λω­τί­ζει α­τος πο συ­να­να­στρέ­φε­ται.
Ε­ερ­γε­τε, κι ­ταν δν πε­ρι­μέ­νει τί­πο­τε ­π τν ε­ερ­γε­τού­με­νο. Δν πε­ρι­ο­ρί­ζε­ται στ λό­για, λ­λ ε­ναι μ­πρα­κτη.

Ε΄ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΑΓΑΠΗΣ.

    κ­δη­λώ­νε­ται ς προ­σω­πι­κ προ­σφο­ρ κα κοι­νω­νι­κ πρό­νοι­α. Συμ­με­τέ­χει στ θλί­ψη κα στ δο­κι­μα­σί­α το πλη­σί­ον. ­πεμ­βαί­νει ­με­σα στς ­νάγ­κες το πλη­σί­ον. ­λέγ­χει ­κεί­νους πο ­γα­π (­πως κα Θε­ός). ­παι­νε γι ν ν­θαρ­ρύ­νει τν συ­νέ­χι­ση τς κα­λς προ­σπά­θει­ας. κ­δη­λώ­νε­ται ς ψυ­χι­κ ­πα­φ (­χι ­πι­φα­νει­α­κ) πο ε­ναι βά­ση τς ­γω­γς. κ­δη­λώ­νε­ται ς συμ­με­το­χ στν πό­νο ­κεί­νων πο τν ­δι­κον κα τν βλά­πτουν.  Βο­η­θ τος πα­ρα­στρα­τη­μέ­νους γι ν δι­ορ­θω­θον (μ δι­ά­κρι­ση κα προ­σευ­χή).  δά­σκα­λος ( πα­τέ­ρας, μη­τέ­ρα, σύ­ζυ­γος κ.α.) πεν­θε γι τς πα­ρε­κτρο­πς τν μα­θη­τν τον παι­διν κ.λ.π.). γ­κα­λιά­ζει τν ­μαρ­τω­λ πο ­πέ­στρε­ψε μ με­τά­νοι­α.  Δεί­χνει ζω­η­ρ ν­δι­α­φέ­ρον γι τ ­δι­ά­φο­ρα μέ­λη το Σώ­μα­τος το Χρι­στο. Δα­κρύ­ζει κα φρον­τί­ζει γι κεί­νους πο πί­πτουν κα κιν­δυ­νεύ­ουν.

ΣΤ΄ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ.

      ­γά­πη κά­νει τν ψυ­χ πι­ ε­ρύ­χω­ρη ­π τν Ο­ρα­ν, ­στε ν χω­ρά­ει τος πάν­τες, χω­ρς δι­α­κρί­σεις. χρι­στια­νι­κ ­γά­πη δν ε­ναι στε­νό­καρ­δη, λ­λ γ­κα­λιά­ζει τος πάν­τες μ στορ­γή. Δν πρέ­πει ν μει­ώ­νε­ται κα­θό­λου ­γά­πη κα συμ­πά­θει­ά μας πρς τος ν­θρώ­πους πο βρί­σκον­ται ­ξω ­π τ χ­ρο τς κ­κλη­σί­ας κα μς πλη­γώ­νουν. Θ κά­νου­με δι­ά­λο­γο μ’ α­τος ρ­κε ν δέ­χον­ται τ δι­ά­λο­γο. Ν’ ­πλώ­νου­με χέ­ρι βο­η­θεί­ας κα στν κο­σμι­κ ν­θρω­πο πο βρί­σκε­ται σ δύ­σκο­λη θέ­ση, για­τί ε­ναι ­δελ­φός μας κα ­γι­ος στ ζω­ (δυ­νά­μει ε­μα­στε ­λοι ­γι­οι, ­φο ­χου­με, ς ε­κό­νες Θε­οί, ν γί­νου­με ­γι­οι). ­γά­πη γ­κα­λιά­ζει κι ­κεί­νους πο ­χουν ­πο­μα­κρυν­θε ­π κον­τά μας. Ε­ναι ­δύ­να­τη σω­τη­ρί­α μας, ν δν φρον­τί­σου­με γι τ σω­τη­ρί­α το πλη­σί­ον μας.

 Ζ΄ ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΑΚΟΥΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΣΤΡΑΤΗΜΕΝΟΥΣ.
                                                                                                            
     ­ταν πο­νο­με, θλι­βό­μα­στε κα θρη­νο­με γι τ κα­τάν­τη­μα τν κα­κν κα πα­ρα­στρα­τη­μέ­νων ­πάρ­χουν λ­πί­δες ν με­τα­νο­ή­σουν κα ν συ­νέλ­θουν. Ν προ­λα­βαί­νου­με τς πτώ­σεις τν ­δελ­φν μας κι ν πέ­σουν ν σπεύ­δου­με ν τος ση­κώ­σου­με. Ν δί­νου­με χέ­ρι βο­η­θεί­ας στν ­μαρ­τω­λ πο πα­ρα­με­λε τ σω­τη­ρί­α του. Ν  φρον­τί­ζου­με γι τ δι­ε­στραμ­μέ­να κα ρ­ρω­στα μέ­λη το Σώ­μα­τος τς κ­κλη­σί­ας, ν τ δι­ορ­θώ­νου­με κα ν τ θεραπεύουμε.  Όσο κι αν φαί­νον­ται ­θε­ρά­πευ­τα ρ­ρω­στοι,  ­μες ν συ­νε­χί­ζου­με τν θε­ρα­πεί­α. Ν μν κ­θέ­του­με τος κα­κούς, λ­λά, ­σο ε­ναι δυ­να­τό, ν τος κα­λύ­πτου­με (ν μν φα­νε­ρώ­νου­με τ ­μαρ­τή­μα­τά τους, ν μν τος κα­τα­κρί­νου­με κ.λ.π.).
     Ο ­τε­λες κα ­δύ­να­μοι ­χουν πε­ρισ­σό­τε­ρο ­νάγ­κη ­π με­γα­λύ­τε­ρη φρον­τί­δα. Ο πνευ­μα­τι­κο ­δη­γο (πνευ­μα­τι­κο πα­τέ­ρες, δά­σκα­λοι, γο­νες κ.α.) πρέ­πει ν συμ­πά­σχουν μα­ζ μ’ α­τος πο ­μαρ­τά­νουν.  Ν πεν­θο­με γι τ ψυ­χι­κ τραύ­μα­τα τν συ­ναν­θρώ­πων μας, ­φο ε­ναι μέ­λη το ­δί­ου σώ­μα­τος. Τ κε­φά­λι δν ­δι­α­φο­ρε πο­τ γι τ τραυ­μα­τι­σμέ­νο πό­δι. Σ’ ­κεί­νους πο με­τα­νο­ον ν παί­ζου­με τ ρό­λο το πα­τέ­ρα (τς πα­ρα­βο­λς το ­σώ­του υ­ο) κα ­χι τ ρό­λο το δι­κα­στ. Ν’ ­πλώ­νου­με τ δί­χτυ τς ­γά­πης κα ν ρί­χνου­με τ γλυ­κ γ­κί­στρι τς συμ­πά­θει­ας γι ν ­να­σύ­ρου­με ­π τ βά­θος τς κα­τα­στρο­φς α­τος πο πα­ρα­σύρ­θη­καν. Χρι­στς ­φη­σε τν πόρ­νη ν ­σπα­σθε τ πό­δια Του κα ν τ σπογ­γί­σει μ τ μαλ­λιά της. Ν μι­σο­με τν κα­κί­α, λ­λ ν ­γα­πο­με τος κα­κος.

 Η΄ Η ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ.

     Μι­με­ται τ Θε­ ­κε­νος πο ε­ερ­γε­τε τος ­χθρούς του, ­στω κι ν μέ­νουν ­δι­όρ­θω­τοι. Κα Θε­ς τ ­διο κά­νει. ­να­τέλ­λει τν ζω­ο­γό­νο ­λι­ο Του κα γι τος πο­νη­ρος κα γι τος ­γα­θος κα στέλ­νει τ βρο­χή Του στ χω­ρά­φια κα τν δι­καί­ων κα τν ­δί­κων. ­κε­νοι πο μς ­δι­κον ε­ναι ρ­ρω­στοι κα πρέ­πει ν τος ν­τι­με­τω­πί­ζου­με μ ­γά­πη κα συμ­πά­θει­α, ­πως τος ρ­ρώ­στους πο δν συ­νερ­γά­ζον­ται πο­τέ.
     Ν ν­τι­με­τω­πί­ζου­με τος ­χθρούς μας ς ε­ερ­γέ­τες, για­τί μς βο­η­θον στν κά­θαρ­ση τς ψυ­χς μας κα στν ­πο­δο­χ τν προ­σευ­χν μας ­π τ Θε­ό. ­ποιος ­φθα­σε σ’ α­τ τ ση­με­ο,  στν Βα­σι­λεί­α το Θε­ο θ χο­ρεύ­ει μ τος μάρ­τυ­ρες κα θ ­χει μπρο­στ στ Θε­ τν παρ­ρη­σί­α τν γ­γέ­λων.  ­ταν ­γα­πο­με τος ­χθρούς μας κα τος ε­ερ­γε­το­με, ο­σι­α­στι­κά, ­λε­ο­με τν ε­σπλα­χνί­α το Θε­ο. Κα ο κα­κο ε­ναι μέ­λη το σώ­μα­τός μας.

 Θ΄ Η ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ.

     Δν πρέ­πει ν μι­σο­με τος α­ρε­τι­κούς, λ­λ προ­σπα­θο­με ν τος πεί­σου­με ν ­πι­στρέ­ψουν στν κ­κλη­σί­α. λό­γος μας ς ­πλο στ δι­ά­λο­γο μ τος α­ρε­τι­κος δν κτυ­πά­ει γι ν τος ρί­ξει κά­τω, λ­λ γι ν τος σώ­σει. Θ τος συμ­βου­λεύ­σου­με μ ­γά­πη πρώ­τη κα δεύ­τε­ρη φο­ρ (Τίτ. Γ΄10) κι ν μ­μέ­νουν στν πλά­νη θ τος γ­κα­τα­λεί­ψου­με μ λύ­πη κα προ­σευ­χή. φα­να­τι­σμς κα μι­σαλ­λο­δο­ξί­α ε­ναι ξέ­να πρς τν χρι­στι­α­νι­σμό. Ε­μα­στε κον­τ στος λ­λους κα τος ε­ερ­γε­το­με ­λους, λ­λ ­ταν ­μως δι­α­φω­νον μα­ζί μας, στς ­λή­θει­ες τς πί­στε­ως, ν τος θε­ω­ρο­με ξέ­νους κα βαρ­βά­ρους. (­ρα, μπο­ρο­με ν ­χου­με φι­λί­ες κα συ­να­να­στρο­φς μ τος α­ρε­τι­κούς; ­σφα­λς, ­χι). ν­θρω­πος ­λη­θι­νς ε­ναι μό­νο ­κε­νος πο πι­στεύ­ει μ ­κρί­βει­α τ δόγ­μα­τα τς πί­στε­ως.

 Ι΄  Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ.

    πα­τέ­ρας, κι ­ταν ­κό­μη ­πει­λε ­τι θ γ­κα­τα­λεί­ψει τ ­τα­κτα παι­διά του, δν τ γ­κα­τα­λεί­πει, λ­λ πε­ρι­μέ­νει ν σω­φρο­νι­σθον. Ο πα­τέ­ρες ε­ναι συγ­κα­τα­βα­τι­κο στς ­δυ­να­μί­ες τν παι­διν τους, ­πι­μέ­νουν στ δι­όρ­θω­σή τους κα σκε­πά­ζουν τς ­πο­νεί­δι­στες πρά­ξεις τους. Ο πα­τέ­ρες λιώ­νουν, ­ταν βλέ­πουν τ παι­διά τους ν ­τα­κτον ν ­πο­φέ­ρουν, κα γι’ α­τ ε­ναι πε­ρισ­σό­τε­ρο ­π’ ­σο πρέ­πει συγ­χω­ρη­τι­κοί.

 ΙΑ΄ Η ΑΓΑΠΗ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ.

      μη­τέ­ρα ε­ναι ­πό­δειγ­μα α­το­θυ­σι­α­στι­κς ­γά­πης.  ν μπο­ρο­σε, θ προ­τι­μο­σε ν πά­ρει τ θέ­ση το ρ­ρω­στου παι­διο τς (­σφα­λς, πρό­κει­ται γι τν χρι­στια­ν μη­τέ­ρα. Σή­με­ρα, πολ­λς μη­τέ­ρες ­με­λον γι τν ψυ­χι­κ ­γεί­α τν παι­διν τους, τ σκαν­δα­λί­ζουν κα τ σκο­τώ­νουν μ τς ­κτρώ­σεις). Ε­ναι φό­νισ­σες ο μη­τέ­ρες πο ­π νο­ση­ρ ­γά­πη θέ­λουν ν κρα­τον τ παι­δι κον­τά τους, ­κό­μη κι ­ταν τ συμ­φέ­ρον τους ­παι­τε (γά­μος κ.λ.π.) τν ­πο­δέ­σμευ­σή τους ­π α­τές. γε­μά­τη ­π ­λη­θι­ν στορ­γ μη­τέ­ρα ­πο­μα­κρύ­νει τ παι­δί της ­π τ σπί­τι, ­ταν τ κα­θ­κον τ κα­λε, κα ­πο­μέ­νει τν ­πο­χω­ρι­σμό.

 ΙΒ΄ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΠΟΙΝΕΣ.

    Ν ε­μα­στε πρό­θυ­μοι πε­ρισ­σό­τε­ρο ν ε­ερ­γε­το­με, κα λι­γό­τε­ρο ν τι­μω­ρο­με. ν ­λοι ­γα­πο­σαν κα ­γα­πι­όν­του­σαν, θ ­ταν ­γνω­στο κόμη κα τ ­νο­μα τς κα­κί­ας κα δ θ χρει­ά­ζον­ταν ο νό­μοι, δι­κα­στή­ρι­α κα τι­μω­ρί­ες. Κα τι­μω­ρί­α, ­ταν ­χει κί­νη­τρο τν ­γά­πη, ε­ναι ­φέ­λι­μη (ε­δος ε­ερ­γε­σί­ας).

 ΙΓ΄ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΗ.

     Ο γο­νες θ ­γα­πον τ παι­δι μ μέ­τρο κα δ θ δι­στά­ζουν   ν τ δι­ορ­θώ­σουν. Ο γο­νες πο ­χουν ­τα­κτα παι­διά, δν τος κά­νουν α­στη­ρς πα­ρα­τη­ρή­σεις, γι ν μν ­ξο­κεί­λουν σ με­γα­λύ­τε­ρη κα­κί­α.

 ΙΔ΄ Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ.

    Δν πρέ­πει ν ε­μα­στε φι­λό­στορ­γοι, πρέ­πει ν γνω­ρί­ζου­με κα τν τέ­χνη τς ­γά­πης, πς δη­λα­δ θ με­τα­χει­ρι­ζό­μα­στε τος ­γα­πη­μέ­νους μας. ­γά­πη πρέ­πει ν ε­ναι τ μο­να­δι­κ κρι­τή­ρι­ο τς ­γω­γς. συμ­βου­λ πρέ­πει ν δί­νε­ται μ ­γά­πη, για­τί μό­νον τό­τε θ φέ­ρει καρ­πούς. ­ποιος συμ­βου­λεύ­ει μ χο­λή, ρ­γ κα φορ­τι­κό­τη­τα, δν ­πη­ρε­τε τν ν­θρω­πο, λ­λ τ διά­βο­λο. ­μοι­βαί­α ­γά­πη ε­ναι ­ναγ­καί­α, λ­λ κα ε­κο­λη κα ε­χά­ρι­στη ( μο­νό­πλευ­ρη ­γά­πη ­χει πολ­λς δυ­σκο­λί­ες κα ε­ναι σταυ­ρός).

 ΙΕ΄ Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ.

    ­γά­πη ε­ναι σπά­νι­α κα κιν­δυ­νεύ­ει ν ­ξα­φα­νι­στε ( σή­με­ρα ). Τ ­πο­δει­κνύ­ει δι­αί­ρε­ση με­τα­ξύ των ν­θρώ­πων (σχί­σμα­τα, δι­α­ζύ­γι­α κ.λ.π.). λ­λει­ψή της ­δη­γε στν ­πε­ρη­φά­νεια. πε­ρι­φρό­νη­ση τς φι­λί­ας κα τς ­γά­πης μα­στί­ζει τ ν­θρώ­πι­νο γέ­νος. Α­τί­α ­λων τν κα­κν ε­ναι λ­λει­ψη τς ­γά­πης.  ν δν ­πο­κτή­σου­με τν τέ­λει­α ­γά­πη, δν μς σ­ζει ο­τε ­κτη­μο­σύ­νη, ο­τε τ μαρ­τύ­ρι­ο. ­κε­νος πο δν ­χει στ ψυ­χ του ­γά­πη, μοιά­ζει μ τος νε­κρος κα ­ναί­σθη­τους … λ­λ ε­ναι κα ­πο­κρου­στι­κς κα κου­ρα­στι­κς (σκε­φθε­τε ν ­πι­κρα­τε α­τ μέ­σα στν ο­κο­γέ­νει­α κ.α. ).
     Δν ­πάρ­χει πι­ ­χρη­στος ν­θρω­πος ­π ­κε­νον πο δν ξέ­ρει ν ­γα­πά­ει. ­γά­πη συ­νή­θως ε­ναι ­δι­ο­τε­λής. ­γα­πο­με ­κεί­νους ­π τος ­ποί­ους κά­τι πε­ρι­μέ­νου­με. Τί­πο­τε δν ­ξορ­γί­ζει τ Θε­ό, ­σο ­σπλα­χνί­α. ­λα τ κα­τορ­θώ­μα­τα, χω­ρς τν ­γά­πη, ε­ναι μά­ται­α. γνώ­ση χω­ρς ­γά­πη. ­δη­γε στν ­λα­ζο­νεί­α, στς δι­αι­ρέ­σεις κα στ σχί­σμα­τα. 
 1.  (ΠΡΩΤΟΠΡ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΜΠΑΤΑΚΑ, ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΓΟΝΕΩΝ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΟΛΟΥ.
2.    2.    ΑΠΟ ΤΟ ΤΕΤΡΑΤΟΜΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ  ΧΑΡΩΝΗ :  «ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΊΑ ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ». ΑΘΗΝΑ 1996,  ΤΟΜΟΣ Α΄.



▣ Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου